Oxford Spanish Dictionary
aleatorio (aleatoria) ΕΠΊΘ
1. aleatorio:
2. aleatorio contrato:
- aleatorio (aleatoria)
-
error ΟΥΣ αρσ
στο λεξικό PONS
aleatorio (-a) ΕΠΊΘ
- aleatorio (-a)
-
error ΟΥΣ αρσ
1. error (falta):
2. error:
4. error (conducta reprochable):
5. error ΝΟΜ:
aleatorio (-a) [a·lea·ˈto·rjo, -a] ΕΠΊΘ
- aleatorio (-a)
-
error [e·ˈrror] ΟΥΣ αρσ
1. error (falta):
2. error:
4. error (conducta reprochable):
5. error ΝΟΜ:
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.