I. eins [aɪns] NUM
III. eins [aɪns] ΑΌΡ ΑΝΤΩΝ
eins s. ein(e)
eine(r, s) ΑΌΡ ΑΝΤΩΝ
ein(e) ΆΡΘ NUM
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.