fran·zö·sisch [franˈtsø:zɪʃ] ΕΠΊΘ
1. französisch (Frankreich betreffend):
- französisch
-
2. französisch ΓΛΩΣΣ:
- französisch
-
3. französisch αργκ (Oralsex betreffend):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.