Scharf·sinn <-(e)s, ohne pl> ΟΥΣ αρσ kein πλ
- Scharfsinn
- astuteness no πλ
- Scharfsinn
-
- detektivischer Scharfsinn
-
-
- Scharfsinn αρσ <-(e)s> kein pl
- acuity of thought
- Scharfsinn αρσ <-(e)s> kein pl
-
- Scharfsinn αρσ <-(e)s> kein pl
-
- Scharfsinn αρσ <-(e)s> kein pl
-
- Scharfsinn αρσ <-(e)s> kein pl
-
- Scharfsinn αρσ <-(e)s> kein pl
-
- Scharfsinn αρσ <-(e)s> kein pl
-
- Scharfsinn αρσ <-(e)s> kein pl
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.