στο λεξικό PONS
Da·ten·bank·be·nut·zer(in) ΟΥΣ αρσ(θηλ)
Da·ten·bank·be·auf·trag·te(r) ΟΥΣ θηλ(αρσ) κλιν τύπος wie επίθ
Da·ten·bank·ab·fra·ge ΟΥΣ θηλ
Da·ten·bank·auf·bau ΟΥΣ αρσ
Da·ten·bank·ver·wal·tung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Da·ten·bank·mo·dell ΟΥΣ ουδ
Da·ten·bank·pro·gramm <-s, -e> ΟΥΣ ουδ
Da·ten·bank·sys·tem <-s, -e> ΟΥΣ ουδ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Kreditrisiko-Datenbank ΟΥΣ θηλ IT
Notenbankpräsident ΟΥΣ αρσ ΚΡΆΤΟς
Notenbankfähigkeit ΟΥΣ θηλ ΚΡΆΤΟς
Notenbankpolitik ΟΥΣ θηλ ΚΡΆΤΟς
Währungstabelle ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Kalkulationstabelle ΟΥΣ θηλ ΛΟΓΙΣΤ
Notenbankmonopol ΟΥΣ ουδ ΚΡΆΤΟς
Steuertabelle ΟΥΣ θηλ ΦΟΡΟΛ
Abschreibungstabelle ΟΥΣ θηλ ΦΟΡΟΛ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Kreuztabelle ΠΡΟΤΥΠΟΠ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.