





- achèvement d'un immeuble, de travaux
-
- achèvement d'une discussion
-


-
- achèvement αρσ


- achèvement d'un immeuble, de travaux
-
- achèvement d'une discussion
-


-
- achèvement αρσ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Αναζήτηση στο λεξικό
- D.E.S.S.
- D.E.U.G.
- D.J.
- D.O.M.
- D.O.M.-T.O.M.
- d'achèvement
- dab
- dacquois
- dacron
- dactyle
- dactylique