στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
Episcopal Church [αμερικ əˈpɪskəpəl ˌtʃərtʃ]
episcopal [βρετ ɪˈpɪskəp(ə)l, ɛˈpɪskəp(ə)l, αμερικ əˈpɪskəpəl] ΕΠΊΘ
church [βρετ tʃəːtʃ, αμερικ tʃərtʃ] ΟΥΣ
1. church (building):
2. church (religious body):
στο λεξικό PONS
episcopal [ɪ·ˈpɪs·kə·pl] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.