Oxford Spanish Dictionary
splendid [αμερικ ˈsplɛndəd, βρετ ˈsplɛndɪd] ΕΠΊΘ
1. splendid (very good):
- splendid idea/opportunity/meal
-
- splendid idea/opportunity/meal
-
- splendid idea/opportunity/meal
-
στο λεξικό PONS
splendid [ˈsplendɪd] ΕΠΊΘ
- splendid
- espléndido, -a
splendid [ˈsplen·dɪd] ΕΠΊΘ
- splendid
- espléndido, -a
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.