Oxford Spanish Dictionary
I. national [αμερικ ˈnæʃ(ə)n(ə)l, βρετ ˈnaʃ(ə)n(ə)l] ΕΠΊΘ National Book Award
1. national (of country):
II. national [αμερικ ˈnæʃ(ə)n(ə)l, βρετ ˈnaʃ(ə)n(ə)l] ΟΥΣ
debt [αμερικ dɛt, βρετ dɛt] ΟΥΣ
1. debt U (indebtedness):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.