Oxford Spanish Dictionary
mental arithmetic ΟΥΣ U
I. arithmetic ΟΥΣ U [αμερικ əˈrɪθməˌtɪk, βρετ əˈrɪθmətɪk]
II. arithmetic [αμερικ ˌɛrɪθˈmɛdɪk, βρετ ˌarɪθˈmɛtɪk] ΕΠΊΘ a. arithmetical [-ɪkəl]
mental [αμερικ ˈmɛn(t)l, βρετ ˈmɛnt(ə)l] ΕΠΊΘ
1. mental προσδιορ:
στο λεξικό PONS
mental arithmetic ΟΥΣ χωρίς πλ
I. arithmetic [əˈrɪθmətɪk, αμερικ ˌerɪθˈmet̬ɪk] ΟΥΣ χωρίς πλ
-
- aritmética θηλ
II. arithmetic [əˈrɪθmətɪk, αμερικ ˌerɪθˈmet̬ɪk] ΕΠΊΘ
mental arithmetic ΟΥΣ
I. arithmetic [ə·ˈrɪθ·mɪ·tɪk] ΟΥΣ
-
- aritmética θηλ
II. arithmetic [ə·ˈrɪθ·mɪ·tɪk] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- menopausal
- menopause
- mensch
- menses
- menstrual
- mental arithmetic
- mental block
- mental cruelty
- mental handicap
- mental home
- mental hospital