στο λεξικό PONS
high-ˈrisk ΕΠΊΘ
ri·si·ko·reich ΕΠΊΘ αμετάβλ
Ri·si·ko·schwan·ger·schaft <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Ri·si·ko·grup·pe <-, -n> ΟΥΣ θηλ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
high-risk ΕΠΊΘ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
high-risk securities ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
hochspekulativ ΕΠΊΘ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
äußerst spekulativ phrase ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
high risk area ΟΔ ΑΣΦ
high risk site ΟΔ ΑΣΦ
high risk section ΟΔ ΑΣΦ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.