for·borne [fɔ:ˈbɔ:n, αμερικ fɔ:rˈbɔ:rn] ΡΉΜΑ
forborne μετ παρακειμ: forbear
for·bear2 ΟΥΣ usu pl
forbear → forebears
I. for·bear1 <forbore, forborne> [fɔ:ˈbeəʳ, αμερικ fɔ:rˈber] ΡΉΜΑ αμετάβ τυπικ dated
II. for·bear1 <forbore, forborne> [fɔ:ˈbeəʳ, αμερικ fɔ:rˈber] ΡΉΜΑ μεταβ τυπικ dated
I. for·bear1 <forbore, forborne> [fɔ:ˈbeəʳ, αμερικ fɔ:rˈber] ΡΉΜΑ αμετάβ τυπικ dated
II. for·bear1 <forbore, forborne> [fɔ:ˈbeəʳ, αμερικ fɔ:rˈber] ΡΉΜΑ μεταβ τυπικ dated
for·bear2 ΟΥΣ usu pl
forbear → forebears
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.