Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
forborne [βρετ fɔːˈbɔːn, αμερικ fərˈbɔrn] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
forborne → forbear
forbear <απλ παρελθ forbore, μετ παρακειμ forborne> [βρετ fɔːˈbɛː, αμερικ fərˈbɛr, fɔrˈbɛr] ΡΉΜΑ αμετάβ τυπικ
-
- s'abstenir (from sth de qc, from doing, to do de faire)
forbear <απλ παρελθ forbore, μετ παρακειμ forborne> [βρετ fɔːˈbɛː, αμερικ fərˈbɛr, fɔrˈbɛr] ΡΉΜΑ αμετάβ τυπικ
-
- s'abstenir (from sth de qc, from doing, to do de faire)
στο λεξικό PONS
forborne [fɔ:ˈbɔ:n, αμερικ fɔ:rˈbɔ:rn] ΡΉΜΑ
forborne μετ παρακειμ of forbear
I. forbear <forbore, forborne> [fɔ:ˈbeəʳ, αμερικ fɔ:rˈber] τυπικ ΡΉΜΑ αμετάβ
II. forbear <forbore, forborne> [fɔ:ˈbeəʳ, αμερικ fɔ:rˈber] τυπικ ΡΉΜΑ αμετάβ
III. forbear <forbore, forborne> [fɔ:ˈbeəʳ, αμερικ fɔ:rˈber] τυπικ ΟΥΣ
forbear → forebear
I. forbear <forbore, forborne> [fɔ:ˈbeəʳ, αμερικ fɔ:rˈber] τυπικ ΡΉΜΑ αμετάβ
II. forbear <forbore, forborne> [fɔ:ˈbeəʳ, αμερικ fɔ:rˈber] τυπικ ΡΉΜΑ αμετάβ
III. forbear <forbore, forborne> [fɔ:ˈbeəʳ, αμερικ fɔ:rˈber] τυπικ ΟΥΣ
forbear → forebear
forborne [fɔr·ˈbɔrn] ΡΉΜΑ
forborne μετ παρακειμ of forbear
I. forbear <forbore, forborne> [fɔr·ˈber] τυπικ ΡΉΜΑ αμετάβ
II. forbear <forbore, forborne> [fɔr·ˈber] τυπικ ΡΉΜΑ αμετάβ
III. forbear <forbore, forborne> [fɔr·ˈber] τυπικ ΟΥΣ
forbear → forebear
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.