στο λεξικό PONS
anti-ˈdump·ing ΕΠΊΘ ΕΜΠΌΡ
anti-ˈdump·ing duty ΟΥΣ ΕΜΠΌΡ
Dum·ping·be·kämp·fungs·zoll [ˈdampɪŋ-] ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
Dum·ping·ab·wehr [ˈdampɪŋ-] ΟΥΣ θηλ ΟΙΚΟΝ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Dumpingbekämpfungszoll ΟΥΣ αρσ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
anti-dumping duty ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.