στο λεξικό PONS
for·mu·la <pl -s [or -e]> [ˈfɔ:mjələ, αμερικ ˈfɔ:rmjʊ-, pl -li:] ΟΥΣ
1. formula (rule):
3. formula (plan):
5. formula:
6. formula no pl (baby food):
in·ˈvest·ment for·mu·la ΟΥΣ
con·sti·tu·tion·al ˈfor·mu·la <pl -e [or -s]> ΟΥΣ ΧΗΜ
in·fant ˈfor·mu·la ΟΥΣ usu no pl αμερικ, αυστραλ
ˈwin·ning for·mu·la ΟΥΣ
self-tan·ning ˈfor·mu·la, self-tan·ning ˈlo·tion [ˌselftænɪŋˈ-] ΟΥΣ
formulary ΟΥΣ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
investment formula ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
yield formula ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
valuation formula ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ
duration formula ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
subscription rights formula ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
capital value formula ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
structural formula ΟΥΣ
molecular formula [məˈlekjələˈfɔːmjələ] ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.