Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
II. universals ΟΥΣ
universals ουσ πλ ΦΙΛΟΣ:
- universals
- universaux αρσ πλ
III. universal [βρετ juːnɪˈvəːs(ə)l, αμερικ ˌjunəˈvərsəl] ΕΠΊΘ
1. universal (general):
στο λεξικό PONS
Γλωσσάρι «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων (OFAJ)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.