Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
mysterious [βρετ mɪˈstɪərɪəs, αμερικ məˈstɪriəs] ΕΠΊΘ
1. mysterious (puzzling):
- mysterious
-
2. mysterious (enigmatic):
- mysterious person, smile, place
-
στο λεξικό PONS
mysterious [mɪˈstɪərɪəs, αμερικ -ˈstɪrɪ-] ΕΠΊΘ
- mysterious
-
-
- mysterious
- mystérieux (-euse)
- mysterious
mysterious [mɪ·ˈstɪr·i·əs] ΕΠΊΘ
- mysterious
-
-
- mysterious
- mystérieux (-euse)
- mysterious
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.