Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: säen , sein , sog. , solo , soso και Sohn

Sohn <-[e]s, Söhne> [zoːn, Plː ˈzøːnə] ΟΥΣ αρσ

1. Sohn:

fils αρσ

2. Sohn (Junge, männliches Kind):

garçon αρσ

3. Sohn οικ (Anrede):

alors, fiston ? οικ

I . soso [zoˈzoː] ΕΠΙΦΏΝ

II . soso [zoˈzoː] ΕΠΊΡΡ οικ (einigermaßen)

solo [ˈzoːlo] ΕΠΊΘ αμετάβλ

1. solo ΜΟΥΣ:

2. solo οικ (ohne Partner):

sog. ΕΠΊΘ

sog. συντομογραφία: so genannt

säen [ˈzɛːən] ΡΉΜΑ tr, itr V a. μτφ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina