Γερμανικά » Γαλλικά

I . gelungen [gəˈlʊŋən] ΡΉΜΑ

gelungen μετ παρακειμ von gelingen

Βλέπε και: gelingen

Βλέπε και: gelungen

I . gelungen [gəˈlʊŋən] ΡΉΜΑ

gelungen μετ παρακειμ von gelingen

Gelingen <-s; χωρίς πλ> ΟΥΣ ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με gelungener

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina