Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: substituer , subjectivement , subsister και subjuguer

II . substituer [sypstitɥe] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

subjectivement [sybʒɛktivmɑ͂] ΕΠΊΡΡ

subjuguer [sybʒyge] ΡΉΜΑ μεταβ (fasciner)

I . subsister [sybziste] ΡΉΜΑ αμετάβ

1. subsister (subvenir à ses besoins):

2. subsister (survivre):

II . subsister [sybziste] ΡΉΜΑ αμετάβ απρόσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina