Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: idiotie , idiotisme , idiot και idiomatique

idiotisme [idjɔtism] ΟΥΣ αρσ

I . idiot(e) [idjo, idjɔt] ΕΠΊΘ

ιδιωτισμοί:

III . idiot(e) [idjo, idjɔt]

idiot οικ:

Dorftrottel αρσ οικ

idiomatique [idjɔmatik] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina