Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: désendetter , desserte , déconcerter , disserter και déserter

désendetter [dezɑ͂dete] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

I . déserter [dezɛʀte] ΡΉΜΑ μεταβ

1. déserter (quitter):

II . déserter [dezɛʀte] ΡΉΜΑ αμετάβ ΣΤΡΑΤ

disserter [disɛʀte] ΡΉΜΑ αμετάβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina