Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια:

beholdest στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για beholdest στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

Βλέπε και: old

1. old (elderly, not young):

2. old (of a particular age):

4. old (former, previous):

5. old (as term of affection):

old οικ
good old British weather! ειρων
hello, old chap, girl! αρχαϊκ
how are you, you old devil? οικ

behold <παρελθ/μετ παρακειμ beheld> [βρετ bɪˈhəʊld, αμερικ bəˈhoʊld] ΡΉΜΑ μεταβ λογοτεχνικό or χιουμ

casa θηλ
famiglia θηλ
household ΓΡΑΦΕΙΟΚΡ (in census, survey)
famiglia θηλ

beholdest στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για beholdest στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

Βλέπε και: old

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski