invecchiato στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για invecchiato στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.invecchiato [invekˈkjato] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ

invecchiato → invecchiare

Βλέπε και: invecchiare

I.invecchiare [invekˈkjare] ΡΉΜΑ μεταβ

II.invecchiare [invekˈkjare] ΡΉΜΑ αμετάβ βοηθ ρήμα essere

I.invecchiare [invekˈkjare] ΡΉΜΑ μεταβ

II.invecchiare [invekˈkjare] ΡΉΜΑ αμετάβ βοηθ ρήμα essere

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
invecchiato anzitempo

Μεταφράσεις για invecchiato στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
= porto d'annata invecchiato in bottiglia
invecchiato
vino invecchiato
invecchiato

invecchiato στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για invecchiato στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

Μεταφράσεις για invecchiato στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
invecchiato, -a
invecchiato, -a
invecchiato, -a

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "invecchiato" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski