στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. primario <πλ primari, primarie> [priˈmarjo, ri, rje] ΕΠΊΘ
1. primario (principale):
II. primario <πλ primari, primarie> [priˈmarjo, ri, rje] ΟΥΣ αρσ ΙΑΤΡ
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.