sujet [syʒɛ] ΟΥΣ αρσ
1. sujet (thème):
4. sujet (élève):
5. sujet (personne soumise à une autorité):
- sujet
- Untertan αρσ
6. sujet ΓΡΑΜΜ:
- sujet
- Subjekt ουδ
- sujet
- Satzgegenstand αρσ
7. sujet ΦΙΛΟΣ:
- sujet
- Subjekt ουδ
II. sujet [syʒɛ]
- sujet d'élite
-
sujet(te) [syʒɛ, ʒɛt] ΕΠΊΘ
1. sujet:
2. sujet ΝΟΜ, ΟΙΚΟΝ:
- sujet(te) à approbation
-
sujet ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.