rosée [ʀoze] ΟΥΣ θηλ
- rosée
- Tau αρσ
rose1 [ʀoz] ΕΠΊΘ
1. rose:
2. rose (érotique):
-
- Telefonsex αρσ
3. rose ΠΟΛΙΤ:
rose2 ΟΥΣ αρσ
rose3 [ʀoz] ΟΥΣ θηλ
1. rose ΒΟΤ:
2. rose ΑΡΧΙΤ:
-
- Fensterrose θηλ
I. rose-croix [ʀozkʀwɑ] ΟΥΣ θηλ sans πλ ΙΣΤΟΡΊΑ
II. rose-croix [ʀozkʀwɑ] ΟΥΣ αρσ αμετάβλ ΙΣΤΟΡΊΑ
-
- Rosenkreuzer αρσ
Rose-Croix [ʀozkʀwɑ] ΟΥΣ θηλ ΙΣΤΟΡΊΑ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.