I. there [ðeəʳ, ðəʳ] ΕΠΊΡΡ
1. there (in, at that place):
2. there (at the place indicated):
3. there μτφ:
4. there (in speech or text):
5. there (used to introduce sentences):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.