στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia


notorious [βρετ nə(ʊ)ˈtɔːrɪəs, αμερικ noʊˈtɔriəs] ΕΠΊΘ
- notorious criminal, organization
-
- notorious district, venue
-
- notorious feature, opinion
-
στο λεξικό PONS




- famigerato (-a)
- notorious
-
- notorious
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.