στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. bumper [βρετ ˈbʌmpə, αμερικ ˈbəmpər] ΟΥΣ
II. bumper [βρετ ˈbʌmpə, αμερικ ˈbəmpər] ΕΠΊΘ attrib. (large)
bumper crop ΟΥΣ
- bumper crop
-
rear bumper [ˌrɪəˈbʌmpə(r)] ΟΥΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡ
- rear bumper
-
bumper car [βρετ, αμερικ ˈbəmpər kɑr] ΟΥΣ
- bumper car
- autoscontro αρσ
στο λεξικό PONS
I. bumper [ˈbʌm·pɚ] ΟΥΣ ΑΥΤΟΚ
II. bumper [ˈbʌm·pɚ] ΕΠΊΘ
1. bumper crop:
- bumper
-
2. bumper edition:
- bumper
-
bumper sticker ΟΥΣ
- bumper sticker
-
bumper car ΟΥΣ
- bumper car
- autoscontro αρσ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.