Oxford Spanish Dictionary
exclusion [αμερικ ɪkˈskluʒən, βρετ ɪkˈskluːʒ(ə)n, ɛkˈskluːʒ(ə)n] ΟΥΣ
1. exclusion U (omission):
3. exclusion C (in contract, insurance policy):
I. social [αμερικ ˈsoʊʃəl, βρετ ˈsəʊʃ(ə)l] ΕΠΊΘ
1.1. social (relating to human society):
1.2. social (relating to rank, status):
2.1. social (relating to social activity):
2.2. social (sociable):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.