Oxford Spanish Dictionary
I. noble <nobler [-blər, -blə(r)], noblest [-bləst]> [αμερικ ˈnoʊbəl, βρετ ˈnəʊb(ə)l] ΕΠΊΘ
II. noble [αμερικ ˈnoʊbəl, βρετ ˈnəʊb(ə)l] ΟΥΣ
-
- aristócrata αρσ θηλ
στο λεξικό PONS
I. noble [ˈnəʊbl, αμερικ ˈnoʊ-] ΕΠΊΘ
I. noble [ˈnoʊ·bəl] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.