Oxford Spanish Dictionary
- gentle family
- hidalgo
στο λεξικό PONS
hidalgo (-a) ΕΠΊΘ
1. hidalgo (de los nobles, noble):
- hidalgo (-a)
-
2. hidalgo (generoso):
- hidalgo (-a)
-
hidalgo ΟΥΣ αρσ ΙΣΤΟΡΊΑ
- hidalgo
-
hidalgo [i·ˈdal·ɣo] ΟΥΣ αρσ ΙΣΤΟΡΊΑ
- hidalgo
-
hidalgo (-a) [i·ˈdal·ɣo, -a] ΕΠΊΘ
1. hidalgo (de los nobles, noble):
- hidalgo (-a)
-
2. hidalgo (generoso):
- hidalgo (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.