Oxford Spanish Dictionary
I. capital1 [αμερικ ˈkæpədl, βρετ ˈkapɪt(ə)l] ΟΥΣ
2. capital C (letter):
3. capital U ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ:
II. capital1 [αμερικ ˈkæpədl, βρετ ˈkapɪt(ə)l] ΕΠΊΘ
2.1. capital (major):
3. capital ΤΥΠΟΓΡ:
capital punishment
capital punishment ΟΥΣ ΝΟΜ:
στο λεξικό PONS
I. capital [ˈkæpɪtl, αμερικ -ət̬l] ΟΥΣ
capital investment ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ
capital punishment ΟΥΣ χωρίς πλ
I. capital [ˈkæp·ə·təl] ΟΥΣ
capital investment ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ
capital punishment ΟΥΣ
capital investment company <-ies> ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.