στο λεξικό PONS
fer·ˈtil·ity treat·ment ΟΥΣ
treat·ment [ˈtri:tmənt] ΟΥΣ
1. treatment no pl (handling):
2. treatment usu ενικ (cure):
3. treatment no pl (processing):
- treatment of waste
-
4. treatment (examination):
fer·til·ity [fəˈtɪləti, αμερικ fɚˈtɪlət̬i] ΟΥΣ no pl
1. fertility of soil:
2. fertility of life form:
3. fertility λογοτεχνικό (inventiveness):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.