στο λεξικό PONS
 
  
 di·ver·gence [daɪˈvɜ:ʤən(t)s, αμερικ dɪˈvɜr-] ΟΥΣ
1. divergence (difference):
2. divergence (deviation):
-  divergence from
-  
3. divergence ΜΑΘ, ΦΥΣ:
-  divergence
-  
divergence ΟΥΣ
eco·nom·ic di·ˈver·gence ΟΥΣ EE
-  economic divergence
-  
 
  
 Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
divergence indicator ΟΥΣ CTRL
-  divergence indicator
-  
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
 
  
 divergence ΥΠΟΔΟΜΉ
point of divergence ΥΠΟΔΟΜΉ
 
  
 PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
