Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
managerial [βρετ manəˈdʒiːrɪəl, αμερικ ˌmænəˈdʒɪriəl] ΕΠΊΘ
- directorial (directoriale)
- managerial
- managérial(e)
- managerial
- ΕΜΠΌΡ (personnel d')encadrement
- managerial staff
-
- ‘managerial appointments’
-
- managerial economics
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.