Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
formidable [βρετ ˈfɔːmɪdəb(ə)l, fəˈmɪdəb(ə)l, αμερικ ˈfɔrmədəb(ə)l, fərˈmɪdəb(ə)l] ΕΠΊΘ
1. formidable (intimidating):
- formidable
-
2. formidable (awe-inspiring):
- formidable
-
στο λεξικό PONS
formidable [ˈfɔ:mɪdəbl, αμερικ ˈfɔ:rmə-] ΕΠΊΘ
- formidable
-
formidable ΕΠΊΘ
- formidable
-
- formidable
-
- redoutable phénomène
- formidable
formidable [ˈfɔr·mə·də·bl] ΕΠΊΘ
- formidable
-
- redoutable phénomène
- formidable
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.