στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
formidable [βρετ ˈfɔːmɪdəb(ə)l, fəˈmɪdəb(ə)l, αμερικ ˈfɔrmədəb(ə)l, fərˈmɪdəb(ə)l] ΕΠΊΘ (intimidating, awe-inspiring)
- formidable
-
- formidable
-
στο λεξικό PONS
formidable [ˈfɔ:r·mə·də·bl] ΕΠΊΘ
- formidable person
-
- formidable opponent, task
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.