Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
admissions procedure ΟΥΣ ΠΑΝΕΠ
I. admission [βρετ ədˈmɪʃ(ə)n, αμερικ ədˈmɪʃən] ΟΥΣ
1. admission (entry):
2. admission (fee charged):
II. admissions ΟΥΣ ουσ πλ
1. admissions ΠΑΝΕΠ:
-
- inscriptions θηλ πλ
2. admissions ΙΑΤΡ:
-
- admissions θηλ πλ
procedure [βρετ prəˈsiːdʒə, αμερικ prəˈsidʒər] ΟΥΣ
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- admire
- admirer
- admiring
- admiringly
- admissibility
- admissions procedure
- admit
- admittance
- admittedly
- admixture
- admonish