nell'affare στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για nell'affare στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

1. affare (acquisto vantaggioso):

2. affare (transazione):

4. affare (storia, vicenda):

a sticky wicket οικ

6. affare (problema, questione):

bell'affare! ειρων

1. affari ΟΙΚΟΝ (attività lucrative):

2. affari (fatti personali):

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
mi hanno coinvolto nell'affare

Μεταφράσεις για nell'affare στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
affare αρσ
affare αρσ
affare αρσ
affare αρσ
affare αρσ

nell'affare στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για nell'affare στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

1. affare (faccenda):

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
affare di stato μτφ

Μεταφράσεις για nell'affare στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
affare θηλ
affare αρσ
affare αρσ

nell'affare Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

affare di stato μτφ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Ιταλικά
Tony chiama in disparte il nipote e lo striglia pesantemente, per aver gestito in malo modo un traffico di sigarette, togliendogli anche metà della quota nell'affare.
it.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Ιταλικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski