alzato στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για alzato στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.alzato [alˈtsato] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ

alzato → alzare

III.alzato [alˈtsato] ΟΥΣ αρσ ΑΡΧΙΤ

Βλέπε και: alzare

1. alzare:

alza le chiappe! οικ

4. alzare (tirare su):

alzare il sipario ΘΈΑΤ
alzare le vele ΝΑΥΣ

1. alzarsi (mettersi in piedi):

alzarsi sulle staffe ΙΠΠΑΣ

2. alzarsi ΜΕΤΕΩΡ:

4. alzarsi (aumentare):

Μεταφράσεις για alzato στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
restare alzato, in piedi
teso, alzato
alzato a segno
alzato αρσ

alzato στο λεξικό PONS

alzato Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

stare alzato, -a tutta la notte

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "alzato" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski