Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: rechercher και pleurnicher

pleurnicher [plœʀniʃe] ΡΉΜΑ αμετάβ οικ

1. pleurnicher:

2. pleurnicher (se lamenter):

rumjammern οικ

II . rechercher [ʀ(ə)ʃɛʀʃe] ΡΉΜΑ αμετάβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina