Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: litharge , léthargie , recharge και léthargique

litharge [litaʀʒ] ΟΥΣ θηλ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤ, ΧΗΜ

recharge [ʀ(ə)ʃaʀʒ] ΟΥΣ θηλ

2. recharge (fait de recharger):

Nachladen ουδ

3. recharge ΗΛΕΚ:

léthargique [letaʀʒik] ΕΠΊΘ

2. léthargique ΙΑΤΡ:

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina