bien-aimée στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για bien-aimée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά

3. enlever (priver de):

Βλέπε και: pain

pain bénit ΘΡΗΣΚ
pain de sucre ΜΑΓΕΙΡ, ΓΕΩΛ
sugar loaf προσδιορ
le Pain de Sucre ΓΕΩΓΡ

ιδιωτισμοί:

bien-aimée στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για bien-aimée στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Μεταφράσεις για bien-aimée στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski