courted στο Oxford Spanish Dictionary

Μεταφράσεις για courted στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά

1.1. court ΝΟΜ (tribunal):

tribunal αρσ
προσδιορ court action
vista θηλ
proceso αρσ

2.1. court (of sovereign):

corte θηλ
to pay court to sb παρωχ

I.court-martial <pl courts-martial [ˈkɔːrts-, ˈkɔːts-]> [αμερικ ˌkɔrtˈmɑrʃ(ə)l, βρετ ˌkɔːt ˈmɑːʃ(ə)l] ΟΥΣ

II.court-martial <court-martialing court-martialed αμερικ court-martialling court-martialled βρετ> [αμερικ ˌkɔrtˈmɑrʃ(ə)l, βρετ ˌkɔːt ˈmɑːʃ(ə)l] ΡΉΜΑ μεταβ

courted στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για courted στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά

courted Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "courted" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | 中文