I.belt [βρετ bɛlt, αμερικ bɛlt] ΟΥΣ
3. belt (area):
- ceinture θηλ
6. belt ΑΘΛ (in boxing, judo):
- ceinture θηλ
II.belt [βρετ bɛlt, αμερικ bɛlt] ΡΉΜΑ μεταβ οικ
1. belt (hit):
- belt οικ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.