imposées στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για imposées στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

1. imposer (rendre obligatoire):

4. s'imposer (se faire admettre):

Βλέπε και: imposer

1. imposer (rendre obligatoire):

4. s'imposer (se faire admettre):

Μεταφράσεις για imposées στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
figures θηλ πλ imposées

imposées στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για imposées στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

II.imposer [ɛ͂poze] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

Μεταφράσεις για imposées στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
Βρετανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski