Oxford Spanish Dictionary
tiraje ΟΥΣ αρσ
1. tiraje λατινοαμερ ΤΥΠΟΓΡ → tirada
2. tiraje CSur (de la chimenea):
- tiraje
-
tirada ΟΥΣ θηλ
1. tirada ΠΑΙΧΝΊΔΙΑ (en juegos de mesa):
2. tirada ΤΥΠΟΓΡ:
3. tirada οικ (distancia larga):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.