Oxford Spanish Dictionary
piquete ΟΥΣ αρσ
2.1. piquete οικ Μεξ (con aguja):
volante2 ΟΥΣ αρσ
1.1. volante ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡ:
1.2. volante:
2.1. volante λατινοαμερ:
2.2. volante Ισπ:
4. volante (rehilete):
στο λεξικό PONS
II. volante ΟΥΣ αρσ
1. volante ΑΥΤΟΚ:
7. volante ΑΘΛ:
I. volante [bo·ˈlan·te] ΕΠΊΘ (móvil)
II. volante [bo·ˈlan·te] ΟΥΣ αρσ
1. volante ΑΥΤΟΚ:
7. volante ΑΘΛ:
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- piqué
- piquera
- piquero
- piqueta
- piquetazo
- piquete volante
- piquituerto
- pira
- pirado
- piragua
- piragüismo